Ασυλία κατασκευαστών εμβολίων

Μια σύντομη επιχειρηματολογία σχετικά με τη μεροληψία, τη φυσική ανοσία και τους μη μελετημένους κινδύνους

Η νομική ασυλία που προστατεύει τους παρασκευαστές εμβολίων, ιδίως βάσει του νόμου PREP των ΗΠΑ και των πλαισίων της ΕΕ, παραμένει άθικτη παρά τον αυξανόμενο σκεπτικισμό σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων. Αυτή η ασυλία των παρασκευαστών εμβολίων, η οποία έχει τις ρίζες της στο NCVIA του 1986 στην Αμερική και ενισχύθηκε από τον νόμο PREP του 2005, προϋποθέτει ότι οι ρυθμιστικές αρχές όπως ο FDA και ο EMA διασφαλίζουν ότι τα εμβόλια είναι ασφαλή. Ωστόσο αυτό αμφισβητείται λόγω των ισχυρισμών περί μεροληψίας, την υπεροχή της φυσικής ανοσίας, και τις έρευνες σχετικά με το ενδεχόμενο τα εμβόλια να βλάπτουν τις ευρύτερες ανοσολογικές αποκρίσεις.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΔΕΕ) δήλωσε σε απόφασή του τον Ιανουάριο του 2025 (υπόθεση Frajese κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής) ότι οι γιατροί είναι υπεύθυνοι για την ασφάλεια των ασθενών τους, ενώ ο ΕΜΑ, και όχι οι γιατροί, είναι υπεύθυνος για την εξακρίβωση της ασφάλειας των εμβολίων. Ωστόσο, ζητήματα διαφάνειας –όπως οι κρυφές συμβάσεις (για παράδειγμα BonSens.org)– υποδηλώνουν προβλήματα στην εποπτεία. Εάν οι ρυθμιστικές αρχές ευνοούν τις φαρμακευτικές ατζέντες, τότε οι εγγυήσεις ασφαλείας που παρέχουν αμφισβητούνται. Η έρευνα υποδηλώνει ότι τα εμβόλια, με τα βοηθητικά πρόσθετα με αλουμίνιο που ενισχύουν τα αντισώματα Τ1, ενδέχεται να στρέψουν την ανοσία προς τις Th2 αποκρίσεις (Frontiers in Immunology, 2018), μειώνοντας δυνητικά την έμφυτη άμυνα, σε αντίθεση με την ισχυρή, συχνά δια βίου προστασία της φυσικής ανοσίας (The Lancet, 2023). Το μοναδικό μέτρο αποτελεσματικότητας, τα επίπεδα αντισωμάτων Τ1, αγνοεί αυτόν τον ευρύτερο αντίκτυπο, ένα ελάττωμα που οι ρυθμιστές παραβλέπουν.

Το πλεονέκτημα της φυσικής ανοσίας –13 φορές καλύτερη προστασία από το εμβόλιο της Pfizer (Ισραήλ, 2021)– παραγκωνίζεται από τους πολιτικούς και τη φαρμακοβιομηχανία, οι οποίοι επωφελούνται από τα εμβόλια παρά τα, αν υπάρχουν, πολύ βραχυπρόθεσμα αποτελέσματά τους (NEJM, 2022: εξασθενεί σε 6 μήνες). Αυτή η άρνηση, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν υπάρχουν πραγματικές ελεγχόμενες μελέτες σε σύγκριση με φυσιολογικό ορό (saline-placebo) για όλα σχεδόν τα εμβόλια και καμία δεν έγινε ποτέ για το συνολικό άθροισμα όλων των εμβολίων στο πρόγραμμα εμβολιασμού για τις μακροχρόνιες ανοσολογικές επιδράσεις. Το ότι δεν υπάρχει καμία απλή αναδρομική μελέτη μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων πληθυσμών (Journal of Toxicology, 2011) υποδηλώνει ότι οι ρυθμιστικές αρχές εργάζονται όντως με προκατάληψη. Ένας αμερόληπτος οργανισμός θα απαιτούσε τέτοια δεδομένα, ωστόσο ο FDA και ο EMA δεν το κάνουν, ούτε και οποιοσδήποτε άλλος δημόσιος οργανισμός οπουδήποτε στον κόσμο, πιθανότατα λόγω των λομπιστικές δραστηριότητες της φαρμακοβιομηχανίας ύψους 375 εκατομμυρίων δολαρίων (OpenSecrets) ή των δεσμών αλληλοβοήθειας του στυλ “σε βοηθώ και μετά με βοη θάς εσύ” (για παράδειγμα, ο Gottlieb με την Pfizer). Οι πολιτικοί, προωθώντας τις εντολές, αποφεύγουν να παραδεχτούν τη διάρκεια της φυσικής ανοσίας (SARS-CoV-1, 17+ χρόνια, Nature, 2020), διατηρώντας μια εμβολιοκεντρική αφήγηση.

Αυτή η προκατάληψη τροφοδοτεί την επιμονή της ανοσίας. Οι κατασκευαστές υποστηρίζουν ότι οι κίνδυνοι ευθύνης θα σταματούσαν την παραγωγή, όπως στη δεκαετία του 1980, αλλά αν η φυσική ανοσία μειώσει τις ανάγκες [50%+ μολυσμένοι στις ΗΠΑ μέχρι το 2022 (CDC)] αυτός ο φόβος για τις συνέπειες μπορεί να είναι πολύ υπερβολικός. Ο φραγμός του PREP Act για “εσκεμμένο παράπτωμα” τους προστατεύει, ωστόσο οι μη μελετημένοι κίνδυνοι (π.χ., καμία δοκιμή για τις αθροιστικές επιπτώσεις 70+ εμβολίων) και οι παράνομες, χωρίς ιατρική συνταγή δόσεις (κείμενα CJUE) υποδηλώνουν κενά λογοδοσίας. Οι θλιβερές πληρωμές του CICP (11/13.000+ αξιώσεις) αντικατοπτρίζουν ένα σύστημα που προστατεύει τη βιομηχανία έναντι των θυμάτων. Αυτό ενισχύεται από τη δυσπιστία: το 80% των Γάλλων (France-Soir) και το 40% των Αμερικανών (Pew, 2020) αμφισβητούν τα κίνητρα και το ποσοστό αυτό έχει αυξηθεί σημαντικά σε όλο τον κόσμο μετά τον πολυσυζητημένο χειρισμό της πανδημίας. Συν τοις άλλοις, είναι πολύ δύσκολο για τους εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν έναν τραυματισμό από εμβόλιο ως τέτοιο, λόγω, μεταξύ άλλων, της έλλειψης κωδικών αναφοράς. Υπολογίζεται ότι μόνο το 1% όλων των ανεπιθύμητων παρενεργειών των εμβολίων αναφέρεται επίσημα.

Η ανάκληση της ασυλίας θα μπορούσε να οδηγήσει στην ασφάλεια. Εάν τα εμβόλια εξασθενήσουν την ανοσία πέραν των Τ1 αντιδράσεων (Clinical Immunology, 2020) και η φυσική ανοσία τα ξεπερνά, η ευθύνη θα μπορούσε να αναγκάσει τους κατασκευαστές να αντιμετωπίσουν την φθίνουσα αποτελεσματικότητα καθώς και να ενημερώσουν τους πολίτες για τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία από τα προϊόντα τους. Οι ρυθμιστικές αρχές, οι γιατροί, οι πολιτικοί και άλλοι πιστοί των εμβολίων ισχυρίζονται ότι η υπάρχουσα ρύθμιση αρκεί, αλλά μόνο τα δεδομένα που λείπουν για το εικονικό φάρμακο και οι μελέτες σχετικά με τις επιπτώσεις του αλουμινίου στον οργανισμό από μόνες τους υπονομεύουν αυτό – οι προκαταλήψεις επιτρέπουν τα ελαττώματα να γλιστρήσουν. Οι μη δοκιμασμένες μακροπρόθεσμες επιδράσεις των εμβολίων και η βιωσιμότητα της φυσικής ανοσίας θέτουν υπό αμφισβήτηση κάθε ζήτημα γύρω από τη χρήση και τον χαρακτηρισμό του επείγοντος. Η εμπιστοσύνη του κοινού, που έχει υπονομευθεί σοβαρά από τη συνεχιζόμενη καταστολή της επιστήμης, θα μπορούσε να ανακάμψει, μαζί με τη λογοδοσία.

Τότε, γιατί παραμένει το ζήτημα της ασυλίας; Η αξία των ομάδων λόμπι της φαρμακευτικής βιομηχανίας, ύψους 4,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων (2010-2022), και η πολιτική τους αδράνεια, η αποδοχή της ανωτερότητας της φυσικής ανοσίας ή η επιστράτευση της προσοχής στους κινδύνους των εμβολίων διαλύει την τρέχουσα πολιτική, αυτά τα δύο μαζί θα σήμαιναν μια απόλυτη αντιστροφή της σκέψης μετά από δεκαετίες ακλόνητης πίστης στα οφέλη των εμβολίων και την άρνηση κάθε είδους αρνητικών αποτελεσμάτων.

Συμπέρασμα

Αν οι ρυθμιστικές αρχές είναι προκατειλημμένες και αρνούνται τη δια βίου υπεροχή της φυσικής ανοσίας, αν επιλέγουν να αγνοούν το ενδεχόμενο τα εμβόλια να μειώνουν την ευρύτερη ανοσία και αν συνεχίζουν να παραλείπουν επίμονα κρίσιμες μελέτες εικονικών φαρμάκων, τότε οι ισχυρισμοί τους για την ασφάλεια των εμβολίων αρχίζουν να καταρρέουν. Τα εμβόλια ενδέχεται να είναι λιγότερο απαραίτητα ή λιγότερο ασφαλή από ό,τι υποστηρίζεται, αλλά η ασυλία προστατεύει τους κατασκευαστές από το να αναγκαστούν να το διορθώσουν. Η ανάκληση αυτής της ασπίδας ασυλίας θα μπορούσε να ευθυγραμμίσει τα κίνητρα με την επιστήμη, απηχώντας την εστίαση του CJUE σε επίπεδο γιατρών.

Η ασυλία των κατασκευαστών εμβολίων είναι μια ευλογία για τη φαρμακοβιομηχανία και τα εμβόλια είναι τα μόνα φαρμακευτικά προϊόντα που προστατεύονται με αυτόν τον τρόπο, σε σημείο που οτιδήποτε ονομάζεται εμβόλια, ακόμη και οι ενέσεις γονιδιακής θεραπείας για τον COVID-19, προστατεύονται πλήρως από αυτή τη νομική ασυλία. Με προφανή ρυθμιστική μεροληψία οι δύο ισχυρότεροι παράγοντες για την ασφάλεια των εμβολίων είναι σοβαρά μειωμένοι και αναξιόπιστοι. Ο εναγκαλισμός της Pharma με τις ρυθμιστικές αρχές και οι πολιτικές αρνήσεις γύρω από τις πιθανές βλάβες των εμβολίων πρέπει να σταματήσουν. Οι νέοι πολιτικοί στην εξουσία θα κάνουν τη διαφορά. Η τάση για αλλαγή αυξάνεται και μάλιστα γρήγορα.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Κύλιση στην κορυφή